Διαλυτότητα - Ευδιάλυτες και Δυσδιάλυτες Ενώσεις

 
Πίνακας: Ευδιάλυτα και δυσδιάλυτα άλατα
Άλας Χημικός τύπος

g άλατος που μπορούν να διαλυθούν
σε 100 g
νερού στους 25 °C

Άργυρος νιτρικός AgNO3 217
Νάτριο νιτρικό NaNO3 87
Ασβέστιο χλωρίδιο CaCl2 74
Νάτριο χλωρίδιο NaCl 36
Χαλκός θειικός CuSO4 20,5
Ασβέστιο θειικό CaSO4 0,21
Ασβέστιο ανθρακικό CaCO3 0,0013
Άργυρος χλωρίδιο AgCl 0,0000001

 

Στον παραπάνω πίνακα δίνεται η μέγιστη ποσότητα σε γραμμάρια διαφόρων αλάτων η οποία μπορεί να διαλυθεί σε 100 g νερού, η οποία ονομάζεται διαλυτότητα. Υπάρχουν άλατα τα οποία διαλύονται πολύ στο νερό και τα ονομάζουμε ευδιάλυτα. Στον πίνακα βλέπουμε ότι ο άργυρος νιτρικός είναι εξαιρετικά ευδιάλυτος, γιατί σε 100 g νερού θερμοκρασίας 25°C μπορούν να διαλυθούν έως 217 g AgNO3. Ευδιάλυτο είναι και το μαγειρικό αλάτι, δηλαδή το ΝaCI, όπως ξέρουμε και από την καθημερινή μας ζωή, γιατί σε 100 g νερού θερμοκρασίας 25°C μπορούν να διαλυθούν έως 36 g NaCl.

 

Βάση Χημικός τύπος

g βάσης που μπορούν να διαλυθούν
σε 100 g
νερού στους 25 °C

Κάλιο υδροξείδιο ΚΟΗ 112
Νάτριο υδροξείδιο NaΟΗ 109
Ασβέστιο υδροξείδιο Ca(ΟΗ)2 0,156
Βάριο υδροξείδιο Βa(ΟΗ)2 3,9
Μαγνήσιο υδροξείδιο Mg(OH)2 0,0009
Μόλυβδος υδροξείδιο Pb(OH)2 0,016
Μαγγάνιο υδροξείδιο Mn(OH)2 ……….
Σίδηρος υδροξείδιο Fe(OH)2 ……….

Υπάρχουν άλατα τα οποία διαλύονται ελάχιστα στο νερό και τα ονομάζουμε δυσδιάλυτα.

Στον πίνακα βλέπουμε ότι ο άργυρος χλωρίδιο είναι εξαιρετικά δυσδιάλυτος, γιατί σε 100 g νερού διαλύονται το πολύ 10-8 g AgCl.

Εκτός από τα άλατα και άλλες χημικές ουσίες, όπως οι βάσεις, είναι ευδιάλυτες ή δυσδιάλυτες. Στο διπλανό πίνακα δίνεται η μέγιστη ποσότητα σε γραμμάρια διαφόρων βάσεων η οποία μπορεί να διαλυθεί σε 100 g νερού.

picture
Οι ωκεανοί συνεισφέρουν στην ισορροπία του CO2 απορροφώντας τεράστιες ποσότητες CO2 από την ατμόσφαιρα. Η υπερθέρμανση της Γης εξαιτίας της περιβαλλοντικής ρύπανσης έχει αυξήσει τη θερμοκρασία των ωκεανών με αποτέλεσμα να απορροφούν μικρότερες ποσότητες CO2 και να αυξάνεται περισσότερο η ένταση του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Διαλυτότητα ονομάζεται η μέγιστη ποσότητα διαλυμένης ουσίας σε ορισμένη ποσότητα ενός διαλύτη σε ορισμένες συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας.

Ένα διάλυμα που περιέχει τη μέγιστη δυνατή ποσότητα διαλυμένης ουσίας σε ορισμένες συνθήκες ονομάζεται κορεσμένο.

Ένα διάλυμα που περιέχει ποσότητα διαλυμένης ουσίας μικρότερη από τη μέγιστη δυνατή σε ορισμένες συνθήκες, ονομάζεται ακόρεστο. Σε ένα ακόρεστο διάλυμα μπορεί να διαλυθεί κι' άλλη ποσότητα διαλυμένης ουσίας.

Η διαλυτότητα όλων των ουσιών εξαρτάται από το είδος του διαλύτη. Δε διαλύονται όλες οι ουσίες στον ίδιο διαλύτη. Για παράδειγμα τα άλατα διαλύονται στο νερό, αλλά όχι στη βενζίνη, ενώ τα λίπη διαλύονται στη βενζίνη, αλλά όχι στο νερό.

Η διαλυτότητα μιας στερεής ουσίας εξαρτάται από τον διαλύτη και τη θερμοκρασία. Όσο αυξάνεται η θερμοκρασία, κατά κανόνα αυξάνεται και η διαλυτότητα του στερεού.

Η διαλυτότητα μιας αέριας ουσίας εξαρτάται από τον διαλύτη, τη θερμοκρασία και την πίεση. Όσο αυξάνεται η θερμοκρασία, κατά κανόνα ελαττώνεται η διαλυτότητα του αερίου. Όσο αυξάνεται η πίεση, κατά κανόνα αυξάνεται και η διαλυτότητα του αερίου.